Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΠΙΚΡΑΜΕΝΑ ΛΟΓΙΑ

Έπλυνα τον πόνο με νερό της λησμονιάς
μα δεν μπορεσα να σβήσω τα σημάδια
στο μυαλό μου σαν φιγούρα τριγυρνάς 
και μου κάνεις αξημερωτα τα βράδυα.

'Εβαλα  βάλσαμο  επανω στην πληγή 
 μα ανοιχτή την βλέπω να ναι ακόμα
λόγια αγάπης ξεπηδούν  απ την καρδιά
λόγια που ψυθίριζε τ' ολόγλυκό σου στόμα

Ίσως τον θέλω αυτόν τον πόνο να τον νιώθω
σαν το μαχαιρι να γυρίζει στην πληγή μου
μια συντροφιά τις κρύες νύχτες που μαι μόνη
και ξεχειλίζει σαν ποτάμι η οργή μου

κερί ανάβω και την φλόγα του χαιδεύω
αναρωτιέμαι -αχ αληθεια τι γυρέυω-
αφου τα ονειρα πια έχουν γίνει στάχτη
και την ελπίδα την φυλάκισα με φράχτη

πικρό στα χείλη το νερό και το ψωμάκι
λες και το πότισαν το πιό πικρό φαρμάκι
είσαι μια θύμηση που δεν μπορεί να σβήσει
μαζί με μένα μοναχά κι αυτη θα ξεψυχίσει

Ντόρα Μανατάκη

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ ΕΡΩΤΑΣ

Ο δικός μας έρωτας δεν γνώρισε παράδεισο Γκρεμιστηκε τσακιστηκε και έπεσε στην άβυσσο Ο δικός μας έρωτας δεν έπιασε λιμάνι Πάλεψε με τα κύματα την φουσκοθαλασσιά Και χάθηκε στο πέλαγος μια βροχερή νυχτιά Μην κοιτάζεις τώρα πίσω Μην προσμένεις να γυρίσω Αν ραγίσει το γυαλί Αν παγώσει το φιλί Η καρδιά αλλάζει ρότα Δεν χτύπάει όπως πρώτα

ΧΑΜΕΝΗ ΠΑΡΤΙΔΑ

Κρεμάστηκε στα χειλη η αγάπη Και του ονείρου έσπασε η κλωστή Χάθηκε του πόθου η λαχτάρα Και  του φιλιου σου η ανάσα η ζεστή Μάδησε ο έρωτας σαν μια μαργαρίτα Και έσβησε η φλόγα του κορμιού Πήρε μακρυά τ άστέρια της η νύχτα Και η φωνή...σαν  πληγωμένου αγριμιού Φόρεσε κουρέλια η χαρά Και ματωμένο τριαντάφυλλο στο στήθος Την μοναξιά  της πέρα δώθε τριγυρνά Μέσα στο ανώνυμο το πλήθος Μίσεψε το πάθος ..., Αποχωρισμός Σαν μεταναστης που άλλαξε πατρίδα Σφάλισαν τα βλέφαρα του νου Απόφαση.....Ναι!  Χαθηκε η παρτίδα!!! ΝΤΟΡΑ ΜΑΝΑΤΑΚΗ

ΣΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ ΤΗΝ ΡΕΜΒΗ

Μενεξεδί   το χρώμα, στ’ ουρανού το μπαλκόνι Μα εγώ νιώθω μόνη  – μοναξιά που πληγώνει - Αγναντεύω το δείλι, γλυκιά μέρα τ’ Απρίλη Περιμένω η νύχτα την μορφή σου να φέρει Στων ονείρων την ρέμβη και οι δυό χέρι χέρι Να βρεθούμε και πάλι, σε γαλάζιο ακρογιάλι Ανοιξιάτικα ρόδα, μυρωδιές μέντα, δυόσμος -τι μικρός ειν’ ο κόσμος- στην ψυχή είχα φυτέψει, πριν μακριά μου σε κλέψει και σε κάνει έν’ αστέρι, κάποιου αγγέλου το χέρι!