Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ΑΓΑΠΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ…..


Δεν ξέρω τι λέω δεν ξέρω που πάω
Το μόνο που ξέρω πως την αγαπάω
Τα πήρε χθες βράδυ χοντρά στο κρανίο
Που μ’ είδε καμάκι να κάνω στις δύο

Που να ‘ξερα ότι, θα ‘ρθεί στο μπαράκι
Της ήρθε.. μου είπε να πιεί ουισκάκι
«γυναίκες» σου λέει … δεν έχουνε μπέσα
Εμένα μου είπε « θα μείνω μέσα!!»

Και να τη μπροστά μου σαν φάντης μπαστούνι
Και μάλιστα μου πε «φτου σου γουρούνι!!!»
Της λέω «αγάπη να σου εξηγήσω…»
«Βρε άντε και χάσου θα σε χαστουκίσω..»

Γυρίζει και φεύγει την παίρνω από πίσω
Συγνώμη ζηταώ μήπως την πείσω
 
« Τελειώσαμε, ούτε που να σε ξέρω»
«αγάπη , τι θέλεις να υποφέρω?»

Δεν μ’ άκουσε κι ούτε που την ξαναείδα
“Αγόρι μου, μου είπε, χαμέν’ η παρτίδα
Το λάθος πληρώνεις η αγάπη δεν είναι
Παίξε και γέλασε ή φύγε ή μείνε”!...
bye!!!!!!

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ ΕΡΩΤΑΣ

Ο δικός μας έρωτας δεν γνώρισε παράδεισο Γκρεμιστηκε τσακιστηκε και έπεσε στην άβυσσο Ο δικός μας έρωτας δεν έπιασε λιμάνι Πάλεψε με τα κύματα την φουσκοθαλασσιά Και χάθηκε στο πέλαγος μια βροχερή νυχτιά Μην κοιτάζεις τώρα πίσω Μην προσμένεις να γυρίσω Αν ραγίσει το γυαλί Αν παγώσει το φιλί Η καρδιά αλλάζει ρότα Δεν χτύπάει όπως πρώτα

ΧΑΜΕΝΗ ΠΑΡΤΙΔΑ

Κρεμάστηκε στα χειλη η αγάπη Και του ονείρου έσπασε η κλωστή Χάθηκε του πόθου η λαχτάρα Και  του φιλιου σου η ανάσα η ζεστή Μάδησε ο έρωτας σαν μια μαργαρίτα Και έσβησε η φλόγα του κορμιού Πήρε μακρυά τ άστέρια της η νύχτα Και η φωνή...σαν  πληγωμένου αγριμιού Φόρεσε κουρέλια η χαρά Και ματωμένο τριαντάφυλλο στο στήθος Την μοναξιά  της πέρα δώθε τριγυρνά Μέσα στο ανώνυμο το πλήθος Μίσεψε το πάθος ..., Αποχωρισμός Σαν μεταναστης που άλλαξε πατρίδα Σφάλισαν τα βλέφαρα του νου Απόφαση.....Ναι!  Χαθηκε η παρτίδα!!! ΝΤΟΡΑ ΜΑΝΑΤΑΚΗ

ΣΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ ΤΗΝ ΡΕΜΒΗ

Μενεξεδί   το χρώμα, στ’ ουρανού το μπαλκόνι Μα εγώ νιώθω μόνη  – μοναξιά που πληγώνει - Αγναντεύω το δείλι, γλυκιά μέρα τ’ Απρίλη Περιμένω η νύχτα την μορφή σου να φέρει Στων ονείρων την ρέμβη και οι δυό χέρι χέρι Να βρεθούμε και πάλι, σε γαλάζιο ακρογιάλι Ανοιξιάτικα ρόδα, μυρωδιές μέντα, δυόσμος -τι μικρός ειν’ ο κόσμος- στην ψυχή είχα φυτέψει, πριν μακριά μου σε κλέψει και σε κάνει έν’ αστέρι, κάποιου αγγέλου το χέρι!